Εν θα κλάψω…

“Ξύπνα τζαι κτυπούν σου το τηλέφωνο!”

“Ήντα ώρα ένι άμμα;”

” Εν 7 τζαι 10!” λαλεί η μάνα της τζαι πάει τζαι πέφτει ξανά…

Η κόρη έμεινε μερικά δευτερόλεπτα μες το κρεβάτι με ανοικτά τα μάθκια- να θωρούν το τταβάνι… ήταν τόσο χαλαρή τζείνη τη στιγμή τζαι εξύπνησε που ένα γλυτζή ύπνο! Είχε πολύ τζαιρό να κόψει τέθκιον ύπνο αφού την τελευταία εφτομάδα που επέρασε, όποτε έπεφτε την νύχτα κάτι την εβασάνιζε… εσυλλογίζετουν όσα έκαμε την μέρα τζαι δεν ήταν ευχαριστημένη. Εν γεγονός, είχε χαμηλή αυτοεκτίμηση και πάντα έβρησκε λάθη του εαυτού της. Λάθη που τα εσκέφτετουν ούλλη νύχτα τζαι ο ύπνος τελικά εν την έβρισκε αν δεν εγινετουν 3 ή 4 το πρωί.

Τζείνη την νύχτα όμως ετζοιμήθηκε όπως το πουλλούι… Μάλιστα εθώρεν τζαι όνειρο ένα “παιδί” που εγνώρησε την προηγουμένη εβδομάδα…. τζαι εκατάφερε στο όνειρό της να του μιλήσει αλλά εν εθυμάτουν τί ελαλούσαν ακριβώς.΄τούτη η μάνα της είχε το χάρισμα να την διακόφτει πάντα πάνω στο καλλύττερο σημείο του ονείρου. Τα ευλοημένα!

Μα… εντα ώρα ήταν? ΘΚΙΑΟΡΚΑ ΣΟΥ 7 τζαι 10? Ππεεεεεεεεεεεεε… Θωρεί το ρολόι τζαι πανικοβάλλεται! Έφαε τζαι  ένα κάρτο να σκεφτεί τζαι έντα μέρα ήταν τζαι να επανέλθει στο κόσμο της πραγματικότητας.

Ναι. Έπαθεν το πάλε. Άρκησε για την δουλειά. Κατύσσιη της πάλε που τον Μάστρο. Αφορμήν εγύρευκε τζαι τζείνος να της κάμει παρατήρηση και να της ρίξει το στάνταρτ ειρωνικό υφάκι. Τούτα εσκέφτετουν τζαι κάμποσα άλλα ασυνάρτητα σαν εφορούσε την φανέλλα της ανάποδα.

ΣΚΑΤΑ… είπε όταν είδεν την ετικεττούαν στο καθρέφτη!

Εσταμάτησε για ένα λεπτό της σπασμοδικές σιασιούρικες κινήσεις της τζαι έβαλε τα σσιέρκα της πας τες βούτσιες της. Τί στο καλό ήταν τζείνες οι σακκούλες που κατω που τα μάθκια της? Θεέ μου χωρούν τα ψουμνίσματα ούλλης της εβτομάδας…

Ήταν τζαι λλίον προκατελλημένη: Πάντα επίστευκε πως ‘αμμαν η μέρα που την αρχή εξεκινούσε στραβά επίεννεν έτσι τζαι ούλλη η υπόλοιπη.

Παράξενον όμως… Έπιασε μια βαθκιά αναπνοή τζαι εχαμογέλασε του εαυτού της στον καθρέφτη. Ήταν παρασκευή!!! Που πάντα ήταν η αγαπημένη της μέρα. Στο δημοτικό γιατί την επομένη εν είχε σχολείο τζαι την νύχτα ο τζύρης επαράγγελνεν σουβλάκια που τον Τάκη τζαι Πάμπο. Στο λύκειο γιατί είσσεν έξοδο με τες φίλες της τζαι την επομένη ετζοιμάτουν ως το μεσημέρι… σήμερα γιατί εθυμήθηκε πως εν να εθώρεν  το “παιδί” ξανά.

Τελικά τζείνη η μέρα εν εφένετουν να επίεννεν τζαι τόσο άσσημα… διότι καταρχάς ο μάστρος εν επίεν δουλεία! Είσσιεν οφφ… ΄τζαι εχέστηκεν η ΄κόρη όταν κατά τις 8 τζαι κάρτο που εμφανίστηκε στη δουλεία οι κουτσομπόλες -γεροντοκοριασμένες συναδέλφισσες τις εθορούσαν την με το μισό τους τζαι εψουψουρίζαν κρυφά βλέποντάς της.

Έκατσε πας το γραφειούι της σαν να μεν εσυνέβεννεν τίποτε τζαι αφού άκουσε την μουσικούα των ουίντοους (τον θόρυβο που κάμνει άμμαν ξεκινά το ππι σι),  εξεκίνησε την μηχανική της τη δουλεία με το φαϊλινγκ τζαι τα τιμολόγια… Εν της άρεσκε η δουλειά της εν η αλήθκεια, αλλά είχε τζαι 5 χρόνια που ήταν τζαμε τζαι πλέον έγινε κομμάτι της, ρουτίνα. τζαι τζαμε που ελάλε εν να κάτσω όσπου να βρεθεί τίποτε καλύτερο… τωρά ήταν δύσκολο να φύει. Είσσεν ένα πτυχίο κοινωνικών επιστημών που το έπιασε με τόση χαρά τζαι ενθουσιασμό στην αποφοίτηση…αλλά η χαρά της έμεινε πας τη φωτογραφία του σαλονιού. Έκαμε τα πάνω της, ελάλε της τζαι η αρφή της η μιτσιά… εν επίενα κομπιούτερς(εσκέφτηκε);;; τωρά είσσεν να κόφκω λίρες…

Εσυνήλθεν τζαι που τούτην την ονειροπόληση, αφού η μηχανή του φάξ αντελόσσιασεν την…

Με το που κτυπά την κάρτα της βουρά στο αυτοκίνητο τζαι βάλλει το σι-ντι στο φούλ… Εχόρευκε σε λατινικούς ρυθμούς τζαι άκκανεν το κάτω σσείλος της με ενθουσιαμό! Ναι. Ήταν ευτυχισμένη… Θα εθώρεν το παιδί…

Εν ήθελε να επίεννεν μόνη της στη μπυραρία που της είπε ότι ήταν να ναι και ο “παιδής”. Συγκεκριμένα είπε της: “Κατερίνα; (Το όνομα της ήταν Χριστίνα μπαϊ δε ουέι, αλλά ουοτ έβερ, εμιλούσε της :D) Αύριο παίζουμε ρέγκε με κάτι παρέες κόπιασε!” τζαι έκαμε το μαλλούι του το άλουτο-ράστα με μια απότομη κίνηση της τζεφαλής του – προς τα πίσω. Αν τζαι εν της επολλοαρέσκαν τα μαλλιά του, έπειθεν τον εαυτό της ότι εν κουλτουριάρικα… τζαι εξάλλου είχε ένα τρόπο που εμιλούσε με την βραχνή- βαθιά φωνή του που την εμαγνήτιζε… τζαι ο τρόπος που την εθόρε έκαμνε την να νιώθει θηλυκό…. τζαι είσσιεν πολλύ τζαιρό να νιώσει έτσι ωραία!

Ήταν φατσιμένη… αν τζαι στις φίλες της εν το ομολόγησε ακριβώς… αλλά τζείνες εκαταλάβαν το που τον τρόπο που τον εθώρε τζαι έσσιφκεν τα μάθκια της …εκοτσίννηζεν άμμαν την ερωτούσαν ” Έσσιει τίποτε με τον Ράστα” τζαι εθόρεν η μια την άλλη τζαι εχαμογελούσαν με νόημα… η απάντηση της τζείνης φυσικά αν τζαι εκοτσινιζεν όπως το παντζάρι ήταν ” Εν η πελλάρα σας τζαι πάει μονόδρομο” …

Αν δεν έβρισκε κουβέντες να πεί με τον παιδή ήταν να κάμνει πως μιλά με τες φιλανέδες της… Ε να μεν φανεί τέλια φκιόρο τζαι να κάθετουν να τον θωρεί αμήχανα. Έτσι επήρε μαζί της τζαι τις δκυο φίλες της, οι οποίες εμυριστήκαν κουτσομπολιό τζαι εν θα έχαναν ευκαιρία να δουν την φίλη τους να κάμνει απόπειρες να φλερτάρει. Εν ήταν καν γνωστό φαινόμενο να εκφράζεται τζαι να λαλεί ότι της αρέσκει κάποιος…

Την ώρα που επήαν στην μπυραρία ο παιδής έπαιζε ήδη την κιθαρούα του με τους “παρέες” τζαι ετσι η κόρη με τις φιλενάδες της εκάτσαν σε ένα που τα μποστινά τραπεζάκια που ήταν που τα λλία όφκαιρα… ο παιδής επήρεν τες είδηση τζαι ένεψεν τους με το φρύδι του… η καρδία της άρκεψεν να κτυπά όπως το συναγερμό  τζαι να αναψοκοκκινίζει… έπρεπε να πάει λλίον στις τουαλλέττες να ηρεμίσει γιατί όπου να ναι θα ήταν το διάλειμμα τζαι ΄μάλλον ήταν να έρτει να της μιλήσει…

Έμεινε να θωρεί το πάτωμα… εν εκοίταζεν πάνω για να μεν πάρει είδηση η φίλη της ότι εβουρκόσαν τα μάθκια της, της ώρα που της εψιθύρισε μες το αυτί ότι άρεσκε της ο “παιδής” πολλά τζαι εσκέφτετουν να του πει να βκουν οι δκυο τους…

Τί είσσιεν να κάμει; Έκαμε τζεινο που έκαμνε που έφηβη όταν εσυνέβεννεν ΄κάτι τέθκιο με τις “φίλες” της (και δεν ήταν λλίες οι φορές)…΄μαζί τους ήταν ένα είδος πληστηριασμόυ… όποια εδήλωνε πρώτη την αρέσκειά της για κάποιον οι άλλες έπρεπε να κάμουν πίσω… τούτη εν τους είσσεν πολλή εμπιστοσύνη να τους πεί ότι της άρεσκε το “παιδί”… ήταν κουτσομπόλες τζείνες τζαι κάποτε εφτάναν τζαι σε επίπεδο κατζίας… αλλά αγάπαντες τζαι ας μεν ήξερε το γιατί…

 εχαμογέλασε στη φίλη της ψεύτικα και είπε της ότι θα επήεννεν στη τουαλλέττα…

Εν θα κλάψω. Εν θα κλαψω… Σιγά το πράμα…

Ήντα μαννή που είμαι… Σιγά να μεν εγύριζε να με  εθώρεν εμένα τζείνος…

Τα δάκρυα εσταματήσαν στα  μισά της διαδρομής τους πάνω στα μάγουλά της, ‘οταν με τα σσιερκα της  εσκούπισε τα απότομα…τζαι ανάπνευσε βαθιά…. Εν θα κλάψω…

Η καλή μέρα που το πρωί φαίνεται, είπε!

Natasha Bedingfield – Unwritten

I am unwritten,
Can’t read my mind
I’m undefined
I’m just beginning
The pen’s in my hand
Ending unplanned

Staring at the blank page before you
Open up the dirty window
Let the sun illuminate the words
That you could not find
Reaching for something in the distance
So close you can almost taste it
Release your inhibitions

Feel the rain on your skin
No one else can feel it for you
Only you can let it in
No one else, no one else
Can speak the words on your lips
Drench yourself in words unspoken
Live your life with arms wide open
Today is where your book begins
The rest is still unwritten…

I break tradition
Sometimes my tries
Are outside the lines,
We’ve been conditioned
To not make mistakes
But I can’t live that way…