…και τα κουφά της χτεσινής μέρας…
Καττούιν ακολουθούσε μας ως τα τείχη της τάφρου τζαι εσταμάτησε όταν είδε ότι εν εμπορούσε να κατεβεί τα σκαλιά! Το βλαμμένο εθεώρησε ότι με το να πηδήσει στα τείχη εν να ήταν πιο εύκολο να μας ακολουθήσει. Εγκλωβήστηκε. Άρχισε να κλαίει δυνατά! Εμαζευτήκαν 5- 6 πλάσματα που κάτω τζαι επεριμέναν να δουν την πτώση του (φαντάζομαι).
Άλλαξα σε 2 δεύτερα …ετράβησα το κοστούμι μου με το ένα σσέρι, έσσισα το, τζαι εφανήκαν τα στενά τα λέδερ που κάτω με το φωτεινό K στο στήθος. Ο κόσμος που κάτω εφώναζε: Is it a bird? Is it a plane? No! It’s SuperKal! Μετά ξέρετε τα γνωστά. Χειροκροτήματα, αυτόγραφα, η κάππα να ανεμίζει, το δόντι να σκάζει από το χαμόγελό μου και να λαμπυρίζει…
Τωρά πέρα από τη λαφαζάνικη πιο πάνω παράγραφο… Μίσιον βος ακκόμπλις! Το καττίν εσώθην. Τζαι ήβρε σχεδόν αυτόματα -με το που το βάλουμε κάτω- άλλον να ακολουθεί. Ψυχάκιας το τετράποδο!
Τωρά που είπα τετράποδο… Φεύκω με το αυτοκίνητο την ίδια νύχτα. Εψές. Τζαι ωσάν ήμουν σταματημένη στο κότσινο…θωρώ μια λεπτοκαμωμένη γυναίκα μες τα σκοτεινά να παλεύκει να κουντήσει μιαν αμαξού. Πλησιάζει τα φώτα τζαι είτο αλλοδαπή κυρία νεαρή μεταξύ 25-30. Το ότι εν παλαβή, καθυστερημένη τζαι αχάπαρη δεν έχει να κάνει με την εθνότητα της (εμπορούσε να εν Κυπραία) αλλά με το εξής:
Μες την αμαξού θωρώ ένα μωρό να σπαράζει στο κλάμα (καλά εν να μου πεις…εν μωρό τί να κάμει). Το μωρό 2-3 χρονών περίπου τζαι στη στενόκοπη αμαξού που κάτω του…ναι τσιλλιμένο που κάτω του… ένα άλλο συνομήλικο του μωρό να κλαίει τζαι να οδύρεται. Το ένα εκάθετουν πάνω στο άλλο. Ετσιλλούσε το ένα το άλλο που να τσιλλήσουν τζείνη που τα βασάνιζε. Εν μπορώ εφουτουνιάστηκα. Μισό λέπτό να πάρω ανάσα!
Έσυρε τα η κυρία, όπως τα κρέατα μες την αμαξού τζαι ετζύλαν την, ατσούμπαλα, κτυπώντας την πάς το πεζοδόμιο στη προσπάθειά της να τα ανεβάσει πάνω.
Μάνα δεν είναι όποια την αγγαστρώνουν. Αγκαστρώναν τζαι την κουνέλα μου…αλλά μετά έτρωεν τα μωρά της!
Κουτ ντέη!