Η κυρία Μαρία (Μαρία δεν είναι το πραγματικό της όνομα) είναι θαμώνας του ξενοδοχείου στο οποίο παραθερίζω κάθε Αύγουστο. Είναι από καλή και εύπορη οικογένεια. Είναι κάπου στα 75 και φέτος δεν ήρθε με τον κατά πολύ μεγαλύτερο και ασθενή- σύζυγό της.
Στερεότυπο είναι να συσχετίζουμε τις εύπορες οικογένειες με σνοπισμό και αλαζονική επίδειξη των υπαρχόντων τους. Η κ. Μαρία κατάργησε αυτό το στερεότυπο: Ευγενική, προσιτή, ταπεινή και πνευματώδης.
Πάντα πιάναμε κουβέντα με την κα Μαρία και η συζήτηση ήταν περί ανέμων και υδάτων και πολύ πιο τυπική. Χτες κάθισε μαζί μας για λίγο. Είχε έρθει χωρίς το σύζυγο. Ο σύζυγος όντας στα 88 τουπλέον έχει και τι δεν έχει: Διαβήτη, προστάτη, καθηλωμένος στο αναπηρικό, κάποτε επικοινωνεί κάποτε όχι με το εξωερικό περιβάλλον, αλλά έχει χάσει την ικανότητα ομιλίας, επαφής με τη πραγματικότητα και τον ύπνο του. Τρώει με βοήθεια και γενικότερα εξαρτάται στην κυρία Μαρία και τη βοηθό της.
Καθόλου δεν ξέρει πως μου άλλαξε τη ζωή η ψεσινή κουβέντα της κα Μαρίας. Βυθισμένη εγώ στις λυπητερές αναμνήσεις παλιότερων καλοκαιριών άρχισα να μελαγχολώ ασύστολα. Σε σημείο που κοιμάμαι 9 το βράδυ και ξυπνώ 13:00 τις τελευταίες μέρες.
-Θα πάμε πίσω αύριο πρωί. Μόνο μια μέρα θα μείνω.
-Γιατί δεν κάθεσαι ακόμη λίγο στο ξενοδοχείο κα Μαρία;
– Ο Αριστοφάνης (αλλαγμένο όνομα) με ψάχνει. Δεν κοιμήθηκε καθόλου ψες. Δεν νοιώθω άνετα να τον αφήνω μόνο του.
-Άλλες νύχτες κοιμάται;
-Όχι αλλά νοιώθει πιο καλά όταν ξυπνώ και είμαι δίπλα του όταν πονεί.
-Καταλαμβαίνει ότι λείπεις απ το σπίτι;
– Ψες κατάλαβε ότι έλειπα
– Άρα έχει φορές που δεν είναι ενήμερος για το ποιοι είναι γύρω του.
– Ναι
– Μείνε ακόμη μια μέρα κα Μαρία να ξεκουραστείς λίγο.
-Όχι. Έκαμε τόσα πολλά για μένα στη ζωή του. Δεν τον αφήνω παραπάνω μόνο του.
Με αποστόμωσε. Τι έρωτας. Τι αγάπη Θεέ μου. Πόσο σεβασμό έχω για την κα Μαρία. Δεν τέλειωσε Πανεπιστήμια. (Στα Πανεπιστήμια που έφκαλα τζαι επόφκαλα τη ζωή μου ούλο ανωμαλίες ακούεις. Ακαδημαϊκοί αφήνουν τις οικογένειές τους για διδακτορικές φοιτήτριές τους και όχι μόνο). Στα Πανεπιστήμια γνώρισα τους πιο ημιμαθείς, αδαείς, “φτωχούς” νοητικά, υπερήφανους, επηρμένους και αμόρφωτους ανθρώπους της ζωής μου. Γνώρισα και λίγους ξεχωριστούς προσγειωμένους ανθρώπους αλλά μετρημένοι στο ένα χέρι.
Η κα Μαρία μου έδωσε μάθημα διδακτορικού επιπέδου. Μου έδωσε ελπίδα. Είχα χάσει εντελώς τη πίστη μου στον κόσμο και με ενέπνευσε.
Λες να υπάρχουν κι άλλοι σαν αυτή και τον Αρχιμήδη.
Όταν θα μεγαλώσω θέλω να γίνω… μια κ. Μαρία!